Της αγάπης μας άργόσβηνε η χάρη
σαν φλόγα χωρίς λάδι στο λυχνάρι
αφήσαμε η συνήθεια να την γδάρει
τόσο ύπουλα δεν πήραμε χαμπάρι.
Τρεμόσβηνε σαν φώς από φανάρι
σ' ένα υγρό και αφιλόξενο αμπάρι
σαν άστρο που η χαραυγή θα πάρει
σαν στάχυ που ο αέρας κουμαντάρει.
Πόσο θα ήθελα να μού κανες τι χάρη
ν' ονειρευτούμε πάλι στο ίδιο μαξιλάρι
να κλείσουμε συνήθειες στο συρτάρι
αυτό που λένε ο διάολος να το πάρει.
Να ξαναβρούμε το παλιό μας εαυτό
τότε που είχαμε οι δυό, έναν εαυτό
και που ο έρωτας δεν έπαιζε κρυφτό
τότε που το φιλί μας ήτανε καυτό...
Τότε που πλάθαμε το όνειρο οι δυό
που η αγάπη ήταν κάστρο κραταιό
και χτίσαμε του έρωτα καμπαναριό
οι καμπάνες να το πούνε στον Θεό.
Μήτ
 






